παραρρήγνυμαι

παραρρήγνυμαι
παραρρήγνυμι
break at the side
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • παραρρήγνυμι — και παραρρηγνύω Α 1. διασπώ, προκαλώ ρήγμα στα πλευρά, ιδίως γραμμής μάχης 2. παθ. παραρρήγνυμαι διαρρήγνυμαι, θραύομαι, υφίσταμαι ρήγμα 3. μτφ. παραβαίνω, παραβιάζω («παραρρηγνύοντας τὸν νόμον», Θεμίστ.) 4. φρ. «φωνὴ παρερρωγυῑα» φωνή σπασμένη… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”